Περιμένοντας τη βοήθεια των «προστάτιδων» δυνάμεων»

Μοιραστειτε το

EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Τα δύο κυβερνητικά κόμματα, που φέρουν την κύρια ευθύνη για την πρόσφατη 10ετή κοινωνικοοικονομική κρίση, έχουν δημόσια παραδεχθεί, ότι το πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, που εφαρμόσθηκε κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, αποδείχτηκε ακατάλληλο να αποσοβήσει ή να μετριάσει τις συνέπειες της κρίσης και, ως εκ τούτου, χρήζει ριζικής αναθεώρησης. Παρά όμως τις επανειλημμένες παραδοχές  των δύο αυτών κομμάτων δεν έχει μέχρι σήμερα παρουσιασθεί από αυτά  ένα σχέδιο που να περιγράφει τα δομικά  χαρακτηριστικά του υποτίθεται εκκολαπτόμενου νέου αναπτυξιακού προτύπου.

Αντ’ αυτού, επαναλαμβάνονται  μερικά γνωστά  στερεότυπα περί «λαθών ή παραλείψεων» στην λειτουργία βασικών  θεσμών  του εποικοδομήματος (π.χ πελατειακό κράτος, αναξιοκρατία,  σχέσεις  διαπλοκής και  διαφθοράς, κ.λ.π ),  χωρίς  οι  υπαρκτές αυτές παθογένειες να συνδέονται οργανικά με το εθνικό σύστημα και τις επικρατούσες σχέσεις παραγωγής, που  έχουν μεταπολεμικά εμπεδωθεί και αποτελούν  την υλική βάση της ελληνικής κοινωνίας.

Παραλείπεται   δηλαδή   να γίνει αναφορά στην   αποδεδειγμένη ύπαρξη αμφίδρομης σχέσης μεταξύ του τεχνικά και οικονομικά εξαρτημένου  και κλαδικά αποδιαρθρωμένου εθνικού συστήματος παραγωγής ( ουσιαστική  κυρίως έλλειψη  τομέα παραγωγής κεφαλαιουχικών αγαθών)  και των αντίστοιχης ποιότητας  κοινωνικών θεσμών, που έχουν αναπτυχθεί και συνδέονται άρρηκτα με αυτό.  

Το κυβερνών σήμερα πολιτικό  κόμμα  αποφεύγει επιμελώς να θίξει πρόβλημα νέου παραγωγικού συστήματος και  συνεχίζει  με συνέπεια να εφαρμόζει πρακτικά την οικεία προς αυτό νεοφιλελεύθερη ιδεολογία. Η ανάγκη όμως επεξεργασίας νέου συστήματος εθνικής παραγωγής εξακολουθεί να είναι υπό τις παρούσες συνθήκες επίκαιρη και επιτακτική. Η  Ελλάδα  αντιμετωπίζει σήμερα περισσότερα και πιο οξυμένα προβλήματα από αυτά που αντιμετώπιζε πριν την εκδήλωση της κρίσης. Στo  διογκούμενο δημόσιο χρέος (210% περίπου του ΑΕΠ ),  την υψηλή  ανεργία (γύρω στο 20%), την συρρίκνωση του εισοδήματος και της παραγωγής (ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων) έχουν προστεθεί  τα προβλήματα  της πανδημίας και της τουρκικής επιθετικότητας. 

Σχετικά με την επικίνδυνη όξυνση των σχέσεων της χώρας με την Τουρκία  η κυβέρνηση ακολουθεί μια συνεχώς υποχωρητική πολιτική απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα  και την  προσβλητική για την χώρα μας ρητορική. Η υποχωρητική στάση της ελληνικής κυβέρνησης  υπαγορεύεται προφανώς τόσο από το πληθυσμιακό μέγεθος της Τουρκίας όσο κυρίως  από την αποδεδειγμένη υπεροχή του εθνικού παραγωγικού της συστήματος ιδιαίτερα   της ραγδαία εκσυγχρονισμένης  αμυντικής  της βιομηχανίας.

 Διάχυτη είναι και η απογοήτευση, ανάμεικτη με αγανάκτηση, που επικρατεί στον ελληνικό λαό για την κατευναστική (θυμίζει έντονα το σύμφωνο του Μονάχου του 1938) και επαμφοτερίζουσα στάση πολλών  χωρών  της ΕΕ και γενικότερα των  συμμάχων. Η καιροσκοπική στάση τους εξηγείται μάλλον από το γεγονός ότι το οικονομικό, πολιτικό και γεωστρατηγικό εκτόπισμα της Τουρκίας βαρύνει γι’ αυτούς περισσότερο από το διεθνώς υποβαθμισμένο κύρος της Ελλάδας, ιδιαίτερα μετά  την οικονομική κατάρρευση  την ουσιαστική της πτώχευση  κατά την προηγούμενη 10ετία. 

Ερωτάται τώρα αν υπό  τις επικρατούσες σήμερα διεθνείς πολιτικοοικονομικές  συνθήκες και τις ιδιαίτερες συμβατικές υποχρεώσεις (μόνιμο μέλος της ΕΕ και της ευρωζώνης) είναι δυνατόν να αποκτήσει η Ελλάδα   την οικονομική και τεχνική ικανότητα  που είναι αναγκαία τόσο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης  όσο και την ανάσχεση της τουρκικής επιθετικότητας. Το αποφασιστικό βήμα για την επίτευξη αυτού  του σκοπού είναι καταρχάς η ύπαρξη πολιτικής βούλησης για την ριζική  αναδιοργάνωση  του αποδεδειγμένα παρωχημένου πλέον εθνικού παραγωγικού συστήματος.

Προέχει στην συνέχεια  η επεξεργασία ενός εθνικού προγράμματος ανάπτυξης της μεταποιητικής βιομηχανίαςi με κύριο στόχο την σταδιακή δημιουργία ολοκληρωμένων (καθετοποιημένων) γενικά συστημάτων παραγωγής τόσο στον αμυντικό τομέα όσο και σε τομείς όπου υπάρχει ο απαιτούμενος όγκος εγχώριων πρώτων υλών και ικανοποιητική εσωτερική και εξωτερική ζήτηση των αντίστοιχων προϊόντων.

Στα ολοκληρωμένα αυτά συστήματα παραγωγής  αναπτύσσονται κατά κανόνα και εφαρμόζονται οι πιο σημαντικές καινοτόμες ιδέες και παράγονται νέα  επώνυμα  και διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα. Η αρχική δημιουργία και προ πάντων η εξασφάλιση της μελλοντικής εξέλιξης τέτοιων συστημάτων προϋποθέτει την ταυτόχρονη παραγωγή και προμήθεια των αναγκαίων για την καθετοποίησή τους αγαθών   παγίου κεφαλαίου (εργαλείων, μηχανημάτων και  μεταφορικών μέσων) από εγχώριες, κατά προτίμηση, παραγωγικές μονάδες.

Λόγω όμως ανυπαρξίας ή υπανάπτυξης παρόμοιων μονάδων στην Ελλάδαii επιβάλλεται η άμεση ανασυγκρότηση των ολιγάριθμων ελληνικών επιχειρήσεων που μπορούν δυνητικά να συμμετάσχουν  άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή  επενδυτικών  αγαθών και ιδιαίτερα η έκτακτη  ανάπτυξη του θνησιγενούς εγχώριου κλάδου μηχανοκατασκευών. Η άμεση και ριζική αναζωογόνηση, ειδικά αυτού του σημαντικού για τη γενικότερη  τεχνολογική ανάκαμψη της χώρας κλάδου, μπορεί να ανατεθεί σε ένα δημόσιο αναπτυξιακό φορέα (παρόμοιο των παλιών ΟΒΑ, ΟΧΟΑ ή ΕΤΒΑ) αρμόδιο να προωθήσει και συντονίσει τη συνεργασία των υπαρχόντων ελληνικών μικρομεσαίων μονάδων του κλάδου με αλλοδαπές εξειδικευμένες επιχειρήσεις κατασκευής μηχανών. 

Συμπερασματικά η σταδιακή δημιουργία ολοκληρωμένων συστημάτων παραγωγής αποτελεί υπό τις παρούσες περιστάσεις την μόνη προοπτική αποτελεσματικής αντιμετώπισης   των συσσωρευμένων κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων  και της  τουρκικής επιθετικότητας.  Είναι βέβαιο ότι η επεκτατική στρατηγική της Τουρκίας, ανεξάρτητα από την έκβαση των σημερινών διαβουλεύσεων μεταξύ των δύο χωρών, δεν προβλέπεται να μεταβληθεί.   Μπορεί δε να προσλάβει οξύτερες ακόμη μορφές, αν η  επικρατούσα μελλοντικά διεθνή πολιτικοοικονομική συγκυρία θεωρηθεί ως ευνοϊκή.  Είναι, ως εκ τούτου, επιβεβλημένη  η  έναρξη από τα πολιτικά κόμματα και τους επιστημονικούς  φορείς μιας σοβαρής συζήτησης – παρόμοια  εκείνης των αρχών της 10ετίας του 1950iv – με αντικείμενο την μελλοντική κοινωνικοοικονομική πορεία της χώρας.       

Η σημερινή όμως κυβέρνηση περιορίζεται προς το παρόν  να αναμένει καρτερικά την έκφραση  έμπρακτης οικονομικής και στρατιωτικής στήριξης  από  τους συμμάχους και υποτιθέμενους προστάτες της (ΕΕ και ΗΠΑ). Αν κρίνει όμως κανείς την πρόσφατη αναιμική τους ανταπόκριση, θα μπορούσε να παρομοιάσει την θέση αυτή της κυβέρνησης με την περίπτωση του  Βλαντιμίρ και του Εστραγκόν (του Σάμιουελ Μπέκετ) που περίμεναν εναγωνίως την έλευση του Γκοντό για την σωτηρία τους. Ως γνωστόν όμως, παρά τις ενθαρρυντικές   αναγγελίες του μικρού αγοριού, ο Γκοντό   δεν ήρθε ποτέ, οι δε πρωταγωνιστές (Βλαντιμίρ και Εστραγκόν ) δεν κατάφεραν στο τέλος ούτε να σωθούν αλλά, ελλείψει κατάλληλων μέσων,  ούτε  καν  να αυτοκτονήσουν.

Στο σημείο αυτό πρέπει να προστεθεί ότι ο υπαρκτός  κίνδυνος απώλειας κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας δεν προέρχεται μόνο από την τουρκική επεκτατική πολιτική. Διαφαίνεται ήδη η πρόθεση του συμμαχικού παράγοντα να ασκήσει – δίκην επικυρίαρχου – έντονη πίεση  προς την χώρα μας να προβεί  σε απεμπόληση μέρους των διεθνώς κατοχυρωμένων κυριαρχικών της δικαιωμάτων προκειμένου να κατευνασθεί  η δύστροπη, αλλά σημαντική για την συμμαχία, Τουρκία  και πεισθεί τελικά να  παραμείνει  ενεργό μέλος της βορειοατλαντικής συμμαχίας. Η συμμαχική  πίεση προβλέπεται να είναι περισσότερο έντονη  μετά την σχετική υποχώρηση της πανδημίας και την προβλεπόμενη απαίτηση των δανειστών της χώρας για άρση του ισχύοντος, λόγω πανδημίας,  μορατόριουμ πληρωμών και έναρξη εξυπηρέτησης του ραγδαία αυξανόμενου δημόσιου χρέους.  

Όσον αφορά την υλοποίηση του προγράμματος δημιουργίας τεχνικά σύγχρονου βιομηχανικού τομέα με ολοκληρωμένα συστήματα παραγωγής αναμένεται σχεδόν βέβαιη αντίδραση τόσο από τους θιασώτες του Νεοφιλελευθερισμού και τους θεωρητικούς της εξαρτημένης ουσιαστικά οικονομικής ανάπτυξης όσο και των μέχρι τώρα αποκλειστικών προμηθευτών της ελληνικής αγοράς με τα προς υποκατάσταση προϊόντα.

Είναι προφανές ότι, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των βέβαιων αυτών αντιδράσεων,  απαιτείται από  το πολιτικό σύστημα συστηματική προετοιμασία και μεθοδευμένες τακτικές κινήσεις. Η επίκληση π.χ της αδήριτης ανάγκης ανάπτυξης εθνικά ελεγχόμενης αμυντικής βιομηχανίας ενδέχεται να επιδράσει συσπειρωτικά για τους Έλληνες πολίτες και ανασχετικά για τις αντιδράσεις των ξένων δανειστών και συμμάχων. 

Σε περίπτωση που η κυβέρνηση ολιγωρήσει ή αρνηθεί να δρομολογήσει τη σχετική συζήτηση για την επίμαχη αναπτυξιακή στρατηγική, η  αντιπολίτευση οφείλει να θέσει το συντομότερο δυνατό επιτακτικά το εθνικά κρίσιμο αυτό πρόβλημα για την μελλοντική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας.

Οι καιροί ου μενετοί!   

*Ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Πατρών

Πηγή
Author:

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Σχετικα Αρθρα

Η δική μου αποτίμηση των χθεσινών εκλογών

Οι σχεδόν 215.000 πολίτες που συμμετείχαμε χτες στις εκλογές...

Μας ξαγρυπνά το όνειρο

Η ζωή μας είναι γεμάτη από όνειρα, όνειρα που...

Απίστευτη αναλγησία από την μνημονιακότερη Κυβέρνηση …

Τους τελευταίους μήνες αυτή η υποταγμένη, μνημονιακότερη  κυβέρνηση των...

Συλλήψεις υπουργών στον Νίγηρα, εκκενώνουν Γάλλοι και Ιταλοί

Ραγδαίες εξελίξεις μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στον Νίγηρα, που...